Το ποίημα της εβδομάδας από το Λογοτεχνικό Καφενείο
- Οι εκδόσεις
- Τα βιβλία μας
- Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση
- Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία
- 1. Η γάτα που ερωτεύτηκε το συγγραφέα
- Λογοτεχνία για Παιδιά
- 2. Η ώρα που το 'σκασε
- 1. Τρίτων, ο μικρός αστερίας ταξιδεύει
- Οι συγγραφείς
Τρίτη 21 Μαΐου 2013
Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009
Τρίτη 16 Ιουνίου 2009
«Η Αμερική παράγει Superman χωρίς μυαλό» http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=66317708
Η Γκρέις, ο Λένον και ο Μάνος http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=51938316
Σχόλια για τον κόσμο που φεύγει http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=57177604
biografiko xatxidaki http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=57177604
Η Γκρέις, ο Λένον και ο Μάνος http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=51938316
Σχόλια για τον κόσμο που φεύγει http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=57177604
biografiko xatxidaki http://archive.enet.gr/online/online_hprint?q=%F7%E1%F4%E6%E9%E4%DC%EA%E9%F2&a=&id=57177604
Σάββατο 17 Μαΐου 2008
Παρασκευή 9 Μαΐου 2008
Άγνωστο Άραβα Ποιητή
Η ΜΑΧΗ
Είπαμε όλα τα λόγια της αγάπης, και σιωπή βαθιά άπλωσε ανάμεσά μας.
Σαν την σιωπή που απλώνει ανάμεσα σε δυο στρατούς που ετοιμάζονται να
δώσουν μάχη.
Και δώσαμε τη μάχη της Αγάπης. Η κλαγγή των σπαθιών ήταν τα φιλιά
μας, οι στεναγμοί των πληγωμένων οι ανασαμοί μας, και της πάλη ο
σάλαγος ήταν μες στις αρτηρίες μας Και σ έριξα μακριά, σαν
κουρελιασμένη σημαία.
Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΗΣ
Ενώ σου μιλούσα, ο ίσκιος ενός άνθους της μαγνόλιας έπεσε πάνω στα
γόνατά σου. Ηταν τόσο βαρύς, φαίνεται, ώστε έπαψες πια να μ ακούς
και τονε λίκνιζες όπως θα λίκνιζες το παιδάκι που θα γεννιότανε από
τον έρωτά μας αν μπορούσαμε ποτέ ν αγαπηθούμε.
Κι αμίλητος σε κοίταζα να λικνίζεις τη σκιά του φεγγοβόλου κείνου
λουλουδιού.
ΒΡΟΧΗ ΚΑΙ ΡΟΔΑ
Μια στάλα πέφτει, ύστερα μια άλλη. Είναι η πρώτη βροχή πάνω στα πρώτα
ρόδα.
Στην αρχή, αυτά ανατριχιάζαν, σα λυπημένα. Μα, σε λίγο, το χρώμα τους
ζωήρεψε και το άρωμά τους έγινε γλυκύτερο.
Τα πρώτα δάκρυά σου, στην αγάπη μας.
Η ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ
Η Νάζλα, μια μέρα, πηγε και βρήκε ένα γέρο και τονε ρώτησε.
- Τι είν η αγάπη;
Ο γέρος αποκρίθηκε:
- Κοίταξε αυτήν την παπαρούνα, Εχτές μαράθηκε, σήμερα ξεφυλλίζεται, αύριο
δε θα μείνει από την ομορφιά της παρά άνα ξερό κουμπάκι γεμάτο σπόρους
φαρμακερούς. Τέτοια είν η αγάπη.
Η κόρη έφυγε με καρδιά θλιμμένη. Την άλλη μέρα, παρατήρησε μέσα σ
ένα μαγαζί έναν άνθρωπο που έτριβε τους σπόρους της παπαρούνας.
- Αθλιε, φώναξε η Νάζλα, για ποιο δυστυχισμένο ετοιμάζεις αυτό το γιατρικό;
Ο άλλος έσκασε στα γέλια.
- Οι σπόροι αυτοί , μικρούλα μου, έχουνε φαρμάκι. Μα βγάζω ένα γλυκύτατο
λάδι απ αυτούς. Πρέπει όμως να ξέρει κανείς να το παίρνει.
ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ
«Εδώ αναπαύεται εκείνη που την έλεγαν Ντάουλα. Πέθανε την Τρίτη νύχτα
του μήνα Γκαμάτ ελ ʼχαρ, που ναι μήνας ολέθριος για τα λουλούδια.
Την αγαπούσα. Τα χείλη της ήσαν γλυκά και τρυφερή η ψυχή της.
Αν τ όνομά της, ω διαβάτη, σου θυμίζει πως και συ κάποτε τηνε
χάιδεψες επικαλέσου για τους δυο μας την παλιάν αυτή ευτυχία, γιατί ο
ύπνος των νεκρών δεν έχει όνειρα.»
Είπαμε όλα τα λόγια της αγάπης, και σιωπή βαθιά άπλωσε ανάμεσά μας.
Σαν την σιωπή που απλώνει ανάμεσα σε δυο στρατούς που ετοιμάζονται να
δώσουν μάχη.
Και δώσαμε τη μάχη της Αγάπης. Η κλαγγή των σπαθιών ήταν τα φιλιά
μας, οι στεναγμοί των πληγωμένων οι ανασαμοί μας, και της πάλη ο
σάλαγος ήταν μες στις αρτηρίες μας Και σ έριξα μακριά, σαν
κουρελιασμένη σημαία.
Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΗΣ
Ενώ σου μιλούσα, ο ίσκιος ενός άνθους της μαγνόλιας έπεσε πάνω στα
γόνατά σου. Ηταν τόσο βαρύς, φαίνεται, ώστε έπαψες πια να μ ακούς
και τονε λίκνιζες όπως θα λίκνιζες το παιδάκι που θα γεννιότανε από
τον έρωτά μας αν μπορούσαμε ποτέ ν αγαπηθούμε.
Κι αμίλητος σε κοίταζα να λικνίζεις τη σκιά του φεγγοβόλου κείνου
λουλουδιού.
ΒΡΟΧΗ ΚΑΙ ΡΟΔΑ
Μια στάλα πέφτει, ύστερα μια άλλη. Είναι η πρώτη βροχή πάνω στα πρώτα
ρόδα.
Στην αρχή, αυτά ανατριχιάζαν, σα λυπημένα. Μα, σε λίγο, το χρώμα τους
ζωήρεψε και το άρωμά τους έγινε γλυκύτερο.
Τα πρώτα δάκρυά σου, στην αγάπη μας.
Η ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ
Η Νάζλα, μια μέρα, πηγε και βρήκε ένα γέρο και τονε ρώτησε.
- Τι είν η αγάπη;
Ο γέρος αποκρίθηκε:
- Κοίταξε αυτήν την παπαρούνα, Εχτές μαράθηκε, σήμερα ξεφυλλίζεται, αύριο
δε θα μείνει από την ομορφιά της παρά άνα ξερό κουμπάκι γεμάτο σπόρους
φαρμακερούς. Τέτοια είν η αγάπη.
Η κόρη έφυγε με καρδιά θλιμμένη. Την άλλη μέρα, παρατήρησε μέσα σ
ένα μαγαζί έναν άνθρωπο που έτριβε τους σπόρους της παπαρούνας.
- Αθλιε, φώναξε η Νάζλα, για ποιο δυστυχισμένο ετοιμάζεις αυτό το γιατρικό;
Ο άλλος έσκασε στα γέλια.
- Οι σπόροι αυτοί , μικρούλα μου, έχουνε φαρμάκι. Μα βγάζω ένα γλυκύτατο
λάδι απ αυτούς. Πρέπει όμως να ξέρει κανείς να το παίρνει.
ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ
«Εδώ αναπαύεται εκείνη που την έλεγαν Ντάουλα. Πέθανε την Τρίτη νύχτα
του μήνα Γκαμάτ ελ ʼχαρ, που ναι μήνας ολέθριος για τα λουλούδια.
Την αγαπούσα. Τα χείλη της ήσαν γλυκά και τρυφερή η ψυχή της.
Αν τ όνομά της, ω διαβάτη, σου θυμίζει πως και συ κάποτε τηνε
χάιδεψες επικαλέσου για τους δυο μας την παλιάν αυτή ευτυχία, γιατί ο
ύπνος των νεκρών δεν έχει όνειρα.»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)